Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Πέμπτη 16 Δεκεμβρίου 1993

55 Η Θεία Λειτουργία. Τάς θύρας, τάς θύρας

Αρπαγή κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας

Κάποτε, χριστιανοί μου, μια ψυχή προσευχομένη με το κομποσχοινάκι στη Θεία Λειτουργία, ήταν δαχτυλιδάκι και δεν εφαίνετο από τους άλλους εκκλησιαζομένους, σε μια στιγμή ένιωσε σαν να μην ευρίσκετο μέσα στο Ναό και όμως και άκουγε και έβλεπε τα τελούμενα. Και με τα μάτια της ψυχής της βλέπει πάνω στην Αγία Τράπεζα μια μεγάλη καρδιά που την τρυπούσε μια λόγχη, μια πολύ μεγάλη λόγχη, η οποία άρχισε να βγάζει αίμα, αίμα πολύ, αίμα άλικο, πανάγιο, το οποίο άρχισε με έναν πολύ περίεργο τρόπο να πιτσιλίζει.
Πώς τρυπάμε ξαφνικά έναν ασκό και πετάγεται το νερό με ορμή; Κάπως έτσι. Και άρχισε να την διαποτίζει και να διαποτίζει όλα τα μέλη του σώματός της, την καρδιά, τον νου, τις αισθήσεις της ψυχής και του σώματος. Ολόκληρη λούστηκε μέσα στο αίμα. Πώς; Δεν ξέρει. Από τα μάτια άρχισαν να κυλούν ποτάμια τα δάκρυα βουβά. Η καρδιά θερμαίνεται, ο νους φωτίζεται, οι λογισμοί λαμπρύνονται, η ψυχή δοξάζεται, οι αισθήσεις αγάλλονται, το σώμα σε πλήρη και ολοκληρωμένη πνευματική ευφροσύνη.
Παντού βασίλευε η ειρήνη και μέσα της και γύρω της. Και να που σε λίγο ο Λειτουργός Ιερεύς καλεί και αυτήν και τους άλλους να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων.
- Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης προσέλθετε.
Και το Πανάγιον Αίμα του αγίου Ποτηρίου ενώνεται με αυτό που πριν, από πόση ώρα δεν εγνώριζε, που το έλαβε πνευματικά να γίνεται ένα και το αυτό. Η μήπως ήταν το ίδιο; Ποιος ξέρει; Και θεία ευφροσύνη ως αίσθηση ψυχής και σώματος της συνεχίζεται ακόμη και σήμερα. Δάκρυα, πολλά δάκρυα. Δόξα στο όνομά Σου, Θεέ μου.

Έδειρε το διάβολο και είδε την Αγία Κοινωνία κομμάτι κρέας
και αίμα

Αυτή η θεία επίσκεψη μου θύμισε έναν γέροντα ησυχαστή, τον Πατέρα Αυγουστίνο, που ηγωνίζοντο μόνος ερημικά και ασκητικά σε ένα κελλί της μονής Φιλοθέου στο Αγιον Ορος, που το κελλάκι
ονομάζεται τα Εισόδια της Θεοτόκου.
Κάποτε όπως διηγείται ο ίδιος, ενώ έκανε ένα βράδυ συνέχεια μετάνοιες και σταυρωτά κομποσχοίνια, του παρουσιάζεται ο διάβολος μέσα στο φτωχικό του κελλάκι σαν σκύλος φοβερός που πετούσε φωτιές από το στόμα του. Και όρμησε πάνω στο γέροντα για να τον πνίξει ουρλιάζοντας και λέγοντας ότι καιγόταν από τις προσευχές και τα κομποσχοίνια του. Μην τρομάζετε, σε εμάς δεν έρχεται. Ο γέροντας Αυγουστίνος τον άρπαξε και τον πέταξε πάνω στον τοίχο και του είπε:
- Κακέ διάβολε, γιατί πολεμάς με τόση μανία και τόση κακία και τόση σκληρότητα τα πλάσματα του Θεού;
Οπότε αμέσως λυσσασμένος ο διάβολος από την ντροπή του εξαφανίστηκε αφήνοντας πίσω του καπνό, βρωμιά και δυσωδία.
Και ο πατήρ Αυγουστίνος συνέχισε να διηγείται: Ο διάβολος πολύ δυνατός αλλά κι εγώ με τη βοήθεια του Θεού μπαμπάτσικος, τον πέταξα και τον κόλλησα στον τοίχο. Μπαμπάτσικος σημαίνει πολύ πολύ γερός. Υστερα, όμως, συνέχισε ο γέροντας, άρχισα να λυπάμαι και να ελέγχομαι από τη συνείδηση γιατί χτύπησα το διάβολο. Σκεφτείτε λεπτότητα ψυχής. Περίμενα με αγωνία πότε να φωτίσει να τρέξω να πάω στον Πνευματικό μου να εξομολογηθώ που χτύπησα το διάβολο. Οταν ξημέρωσε λοιπόν πήγα στην Προβάτα,- από το κελλάκι του μέχρι την Προβάτα είναι μιάμισι ώρα δρόμο με τα πόδια - βρήκα τον Πνευματικό μου και εξομολογήθηκα τι έγινε στην προσευχή και πώς χτύπησα το διάβολο.
Ο Πνευματικός μου όμως ήταν πολύ συγκαταβατικός και δεν μου έβαλε καθόλου κανόνα αλλά μου είπε να κοινωνήσω το άλλο το πρωί. Εγώ από τη χαρά μου πετούσα. Ολη τη μέρα δουλειά και όλη τη νύχτα άγρυπνος με κομποσχοίνια και μετάνοιες. Το πρωί κατά τις 5 πήγα στη Θεία Λειτουργία για να κοινωνήσω.
Οταν ο Ιερεύς έβαζε την Αγία Λαβίδα στο στόμα μου, είδα την Αγία Κοινωνία ένα μεγάλο
κομμάτι κρέας και αίμα και το μασούσα και μασούσα και τη μασούσα για να την καταπιώ. Τι ευφροσύνη ήταν αυτή! Ηταν τόσο μεγάλη η ακατάληπτη αγαλλίασις που δεν μπορούσα να την αντέξω. Από τα μάτια μου ποτάμια έτρεχαν τα δάκρυα μου. Καρδιά και σώμα εδονούντο από ανέκφραστη ευτυχία. Και το κεφάλι μου φώτιζε σαν λάμπα.. Εφυγα γρήγορα γρήγορα για να μη με δουν οι Πατέρες, οι μοναχοί, για να μην δουν τις θεϊκές αλλοιώσεις που είχα υποστεί αναξίως από τον Θεόν. Ολα αυτά τα απεκάλυψε ο ίδιος στον πατέρα Παϊσιο, το γνωστό μοναχό και ασκητή από το Αγιον Ορος.

Αρπαγή

Κάποτε, χριστιανοί μου, ένας ευσεβής χριστιανός, απλός χριστιανός, κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, είδε με τα μάτια της ψυχής του, διά της νοεράς δηλαδή αισθήσεως, εν εκστάσει και θεωρία πνευματική, όραμα φοβερόν. Μετά την εκφώνηση "Τας θύρας, τας θύρας" και ενώ απαγγέλεται το Σύμβολο της Πίστεως, ο Λειτουργός σηκώνει ψηλά τον Αέρα που σκεπάζει τα
Τίμια Δώρα και τον κινεί πάνω από αυτά ρυθμικά.
Τι είδε αυτός ο ευσεβής χριστιανός; Είδε εν εκστάσει τον Αέρα αυτόν να τον κρατάνε δεκάδες αγγελικά χέρια μαζί με τα χέρια του Ιερέως και να τον κινούν και αυτοί μαζί του. Και των Αγγέλων εκείνων τα χέρια σε κάποια στιγμή άρχισαν να διπλώνουν τον Αέρα με ιεροπρέπεια και ευλάβεια πολλή.
Η κίνησις αυτή του Αέρως αναφέρεται συμβολικά στο θρίαμβο της πίστεως. Και τη στιγμή που εδιπλώνετο το κάλλυμα αυτό το ιερό του Αέρως, εφάνη αόρατος λίθος να κυλίεται εκ θύρας μνημείου ενώ από τα χείλη των Αγγέλων ηκούετο ουράνιος, μελίρρυτος ψαλμωδία που έψελε το "Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον". Το Αγιον Βήμα και ο τρούλος του Ναού πλημμύρισε από την παρουσία χιλιάδων Χερουβείμ και Σεραφείμ τον επινίκιο ύμνο άδοντα και ψάλλοντα : "Αγιος, Αγιος, Αγιος, Κύριος Σαβαώθ" ενώ από πλήθος άλλων αγγελικών τάξεων ηκούετο χαρμόσυνα και πανηγυρικά το "Δόξα εν υψίστοις Θεώ" ή το Αλληλούια ή άλλοι ακατάληπτοι ύμνοι. Δόξα τη μακροθυμία Σου, Κύριε, που αποκαλύπτεις τα ουράνια μυστήρια της
Θείας Λατρείας, της Λατρείας του Ουρανού και σε εμάς τους αμαρτωλούς και αναξίους.

Λοιπόν ποιον να θυμιάσω;

Ο παπα-Νικόλας ο Πλανάς κάποτε όταν θύμιαζε το Ναό πέρασε μπροστά από μια χριστιανή και δεν τη θύμιασε και στο διπλανό στασίδι που ήταν άδειο το θύμιαζε και το ξαναθύμιαζε και το ξαναθύμιαζε. Και εκείνη στο τέλος παραπονέθηκε. Λέει:
- Εμένα δεν με θύμιασες και το διπλανό που ήταν άδειο το θύμιασες.
- Εσύ ήσουνα μέσα στο Ναό αλλά ήσουν απ' έξω. Και αυτή που έλειπε από εδώ και άρρωστη στο κρεββάτι στο σπίτι της ήταν μέσα στο Ναό. Λοιπόν ποιον να θυμιάσω; Αυτόν που ήταν μέσα ή αυτόν που ήταν έξω κατά την ψυχή;

Ο παπα-Ματθαίος, ο εξόριστος στη Σιβηρία

Γνώρισα ευσεβή κληρικό, τον Πατέρα Ματθαίο, που έζησε ύστερα από 20 χρόνια εξορίας στην παγωμένη Σιβηρία ύστερα από αφάνταστες κακουχίες και βασανιστήρια. Από τους 1200 ιερωμένους Επισκόπους, Ιερείς, Διακόνου, και Μοναχούς επέζησαν μόνον 100, ανάμεσα στους οποίους και ο Πατήρ Ματθαίος με την οικογένειά του διότι ήτο έγγαμος Ιερεύς. Για φελόνια είχε ένα τσουβάλι και για Πετραχείλι κομμάτια από χαρτόνι και λειτουργούσε μέσα στους πάγους, χρησιμοποιώντας για πρόσφορα ένα κομμάτι ψωμί και για Αγιο Ποτήριο ένα κοινό ποτήρι, ένα κύπελλο. Και λειτουργούσε κάτω από τέτοιες συνθήκες 20 με 30 βαθμούς κάτω από το μηδέν. Οι
διηγήσεις του προκαλούν δέος.

Η σαύρα

Κάποτε, χριστιανοί μου, σε ένα χωριό λειτουργούσε ένας ευλαβής Ιερεύς σε ένα παλιό εξωκλήσι πολύ χαμηλοτάβανο. Είπε λοιπόν "Τας θύρας, τας θύρας εν σοφία πρόσχωμεν", πήρε στα χέρια του το ιερό κάλλυμα, το σήκωσε και άρχισε να το κινεί ρυθμικά πάνω από τα Τίμια Δώρα ενώ απ' έξω ο ψάλτης έλεγε το "Πιστεύω εις έναν Θεόν, Πατέρα Παντοκράτορα". Οι χριστιανοί ήσαν τρεις, τέσσερις εκείνοι που έκαμαν την ιδιωτική Λειτουργία. Ξαφνικά από το ταβάνι του θόλου του Ιερού Βήματος που ήτο πολύ χαμηλό πέφτει μια σαύρα. Και πού έπεσε λέτε; Μέσα στο Αγιον Ποτήριο. Η σαύρα ψοφάει. Δεν είχαν καθαγιαστεί ακόμη τα Τίμια Δώρα. Αν ήθελε ο Ιερεύς μπορούσε να τη βγάλει. Ατάραχος όμως αυτός ο παππούλης συνέχισε τη Θεία Λειτουργία σαν να μην συνέβαινε τίποτα. Κοινώνησε αυτός, κοινώνησε και τους δυο τρεις χριστιανούς, οι οποίοι τελούσαν είπαμε τη Θεία Λειτουργία σε εκείνο το εκκλησάκι και στο τέλος δόξα στο όνομά Σου, δόξα στην πίστη εκείνου του ανωνύμου Ιερέως κατέλυσε τη Θεία Κοινωνία τρώγοντας και τη σαύρα.
Μάλιστα έφαγε τη σαύρα που είχε ποτιστεί όμως με το Αίμα του Θεανθρώπου Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Πώς να μη θαυμάσεις τέτοιου είδους πίστη! Και ύστερα μας λέν ότι μεταδίδονται δήθεν μικρόβια. Πώς να μην υποκλιθείς μπροστά στην ευλάβεια και την πίστη ενός τοιούτου Λειτουργού Ιερέως. Ολοζώντανο αυτό το θαύμα. Πώς να μη γονατίσεις και να ασπαστείς τα πόδια αυτού του αγνώστου Ιερέως που ομολόγησε τόσο άφοβα και με τόση ζωντανή πράξη την πίστη του προς τον Χριστό κατά την φρικτή κατάλυση της Θείας Κοινωνίας εκείνης της αξέχαστης για αυτόν Θείας Λειτουργίας!
Αυτό το γεγονός το διηγήθηκε ο αείμνηστος Πατήρ Γερβάσιος Παρασκευόπουλος, Πνευματικός πατέρας της πόλεως των Πατρών και πιστεύω και Αγιος. Μάλιστα λέγει ότι ήτο αυτόπτης μάρτυς αυτού του γεγονότος. Αυτό δίνει βέβαια μια υποψία πως μάλλον ήτο ο ίδιος. Αλλά βέβαια το απέκρυψε με αυτόν τον τρόπο.

Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 1993

Τά θαύματα τού Αγίου καί οι ημέρες μας



Αγίου Σπυρίδωνος 1993

«Αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας σε ιερότατε».
Σήμερα η Εκκλησία μας χριστιανοί μου, τιμά τη μνήμη του Αγίου Σπυρίδωνος του θαυματουργού.
Ο Άγιος γεννήθηκε στην Κύπρο, στα μέσα του τρίτου αιώνος μετά Χριστού. Ήταν φτωχός και αγράμματος. Το δε επάγγελμά του ήταν βοσκός, τσομπάνος, αλλά άγιος. Πολλοί βοσκοί ήσαν, ο Αβραάμ, ο Ιακώβ, ο μεγάλος νομοθέτης Μωυσής, ο προφητάναξ Δαυΐδ και πολλοί άλλοι άνδρες, μεγάλοι, της Παλαιάς Διαθήκης. Αλλά μήπως βοσκοί δεν ήσαν και κείνοι, που τη βραδιά των Χριστουγέννων στη Βηθλεέμ, άκουσαν τους αγγέλους ανεβοκατεβαίνοντας απ’ τον ουρανό στη σπηλιά να ψάλλουν το «Δόξα εν Υψίστοις Θεώ επί γης ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία»;
Ένας ταπεινός τσομπάνος που πιστεύει στο Χριστό, στην Εκκλησία και στα μυστήριά της, και ζει σύμφωνα με το άγιον θέλημά Του, αξίζει πολύ περισσότερο από έναν επιστήμονα, και από έναν δήθεν σοφό, που δεν ζει σύμφωνα με τις Ευαγγελικές εντολές και δεν πιστεύει σε τίποτα.
Ο Άγιος Σπυρίδων ήταν παντρεμένος και είχε μάλιστα μία κόρη, την Ειρήνη. Δεν πρόλαβε για δεύτερο παιδί γιατί ο Θεός παίρνει στους ουρανούς την ευσεβή σύζυγόν του. Έτσι χήρεψε πολύ πολύ νωρίς. Από τότε αφοσιώθηκε πιο πολύ στον Θεόν, με νηστεία, με προσευχή, με εγκράτεια, με Θεία Λατρεία, με ελεημοσύνη, με πολλή φιλανθρωπία. Το σπίτι του είχε γίνει όχι μόνον κατ’ οίκο Εκκλησία, αλλά και καταφύγιο των δυστυχισμένων και των φτωχών. Παρηγορώντας τους πάντας, και η προσευχή του ακόμα, αν και ήτο βοσκός έκανε θαύματα. Έτσι η φήμη του απλώθηκε παντού.
Μετά τον θάνατον του μητροπολίτου Τριμυθούντος Κύπρου, έμεινε κενή η μητροπολιτική αυτή θέση, και τότε κλήρος και λαός, άντρες γυναίκες και παιδιά, ζήτησαν όλοι μαζί και προπαντός οι πάσχοντες, για επίσκοπο τον Άγιο Σπυρίδωνα. Ύστερα λοιπόν απ’ αυτήν την πάνδημον απαίτησιν, κλήρου και λαού, η Εκκλησία απεφάσισε ομοφώνως και χειροτόνησε τον βοσκόν εκείνο τον Σπυρίδωνα, επίσκοπο.
Την πρώτη μέρα διάκονος, τη δεύτερη πρεσβύτερο ιερέα, και την τρίτην Δεσπότη. Και όπως οι μαθηταί και Απόστολοι του Χριστού, από κοινοί ψαράδες έγιναν αλιείς ανθρώπων, απλώνοντας τα δίχτυα τους σε ολόκληρον τον κόσμον, έτσι και ο Άγιος Σπυρίδων από κει που έβοσκε πρόβατα και γίδια, έγινε βοσκός λογικών προβάτων, ποιμένας της Εκκλησίας του Χριστού.
Σαν επίσκοπος ήταν ταπεινός, πράος, ειρηνικός, άνθρωπος των γονάτων και της προσευχής, της νηστείας και της εγκράτειας, της φιλανθρωπίας και των θαυμάτων. Πολλά τα θαύματα όσο ζούσε. Ας πούμε μερικά.

Κάποια χρονιά επεκράτησε φοβερή ανομβρία – όχι σαν τη δική μας, - και οι πηγές και τα πηγάδια στέρεψαν όλα, η γη έσκασε από την ξηρασία και οι άνθρωποι, τα ζώα πέθαιναν από τη δίψα, και οι άνθρωποι άρχισαν να υποφέρουν. Ο Άγιος κάνει λιτανεία και εκτενή προσευχή και ευθύς αμέσως βρέχει για δέκα συνεχείς ημέρες.

Δεύτερον. Σαν επίσκοπος, όπως είναι γνωστόν, είχε λάβει μέρος στην πρώτη Οικουμενική Σύνοδο που είχε συνέλθει στην Νίκαια της Μικράς Ασίας το 325 μ.Χ. Ήτο η μεγάλη εκείνη Σύνοδος που κατεδίκασε τον Άρειον ως αιρετικόν, γιατί διαλαλούσε ότι ο Χριστός μας ήταν κτίσμα και όχι Θεός. Έλεγε ότι ήτο ομοιούσιος τω Πατρί και όχι ομοούσιος. Μπήκε ένα γιώτα στη μέση, αλλά εκείνο το γιώτα έκαμε τον Θεόν κτίσμα. Οι θεοφόροι Πατέρες με πρώτον τον Μέγαν Αθανάσιο, απέδειξαν με επιχειρήματα παρμένα μέσα από την Αγίαν Γραφήν και τον ορθόν λόγον, ότι ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, ήτο και τέλειος Θεός. Ο Άγιος όμως Σπυρίδων έκανε και θαύμα μέσα στη μεγάλη πρώτη Οικουμενική Σύνοδο. Πήρε ένα κεραμίδι και το έσφιξε δυνατά, στην παλάμη του, στο χέρι του. Και ευθύς αμέσως από κάτω έτρεξε νερό, από πάνω ξεπήδησαν φλόγες, και στη χούφτα του παρέμεινε το χώμα. Μετά από αυτό το θαύμα, με αυτό το θαύμα μάλλον, δεν απέδειξε μόνον την ενότητα των δύο φύσεων στο πρόσωπον του Χριστού, αλλά και την ενότητα των τριών προσώπων, του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, στον Ένα Τριαδικόν Θεόν. Άρα ο Υιός και Λόγος του Θεού, που εγένετο σάρξ, δηλαδή άνθρωπος, και εσκήνωσεν εν ημίν, ήταν ομούσιος τω Πατρί. Της αυτής ουσίας με τον Πατέρα. Όχι όμοιος. Ομοούσιος. Έτσι ο βοσκός επίσκοπος της Κύπρου, αποστόμωσε τον περίφημο Άρειο που νόμιζε πως με τις φιλοσοφικές του θεωρίες θα μπορούσε να γκρεμίσει τον Χριστόν, από τον θρόνον της θεότητος.

Τρίτον. Κάποτε ένας φτωχός, πήγε και ζήτησε βοήθεια από τον Άγιον. Και για αυτόν, και για τα πεινασμένα παιδάκια του. Ο Άγιος Σπυριδων δεν είχε τίποτα να του δώσει, όλα τα είχε ήδη ξοδέψει στις πολλές ανάγκες των άλλων φτωχών. Ο δυστυχισμένος έπεσε στα γόνατα κλαίγοντας. Ο Άγιος είδε την αλήθεια στα κλαμένα μάτια εκεινού του ανθρώπου. Και κείνη τη στιγμή βλέπει στα χορτάρια της αυλής του ένα φίδι να περνά. Το σταυρώνει στο όνομα του Χριστού και το φίδι μεταβάλλεται σε χρυσάφι. Ο Άγιος το πήρε και το έδωσε στον άνθρωπο για να καλύψει τις ανάγκες του.

Τέταρτον. Μια Κυριακή ο Άγιος λειτουργούσε μόνος του. Όλο το εκκλησίασμα έψαλλε. Μετά το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα αμέτρητες αγγελικές φωνές άρχισαν να ψάλλουν. Οι πάντες βουβάθηκαν. Και από την έκπληξη, και από το θαυμασμό, και από το δέος, και από τον φόβο. Και όταν ο Άγιος Σπυρίδων είπε προς τον λαόν «Ειρήνη πάσι», άγγελοι και αρχάγγελοι, Σεραφείμ και Χερουβείμ, Θρόνοι, Κυριότητες, Εξουσίες, Δυνάμεις, όλες οι ουράνιες δυνάμεις, με μια φωνή απάντησαν: «Και τω Πνεύματί Σου». Έτσι οι πιστοί εκκλησιαζόμενοι χριστιανοί, εκείνη την αξέχαστη Κυριακή, έζησαν την ουράνια λατρεία της θριαμβεύουσας Εκκλησίας να ενώνεται με την επί γης Στρατευομένη Εκκλησία. Τη μια Εκκλησία, με τον Έναν ποιμένα, τον Χριστόν. Είναι αυτό που ζούσε ο παπα-Τύχων ο Αγιορείτης ασκητής, στο Χερουβικό ύμνο . Τόχουμε ξαναπεί. Να το ξαναπούμε. Άγγελοι τον άρπαζαν στον ουρανό, για μισή ώρα περίπου. Και κει πάνω ζούσε, βίωνε, την ουράνια Λατρεία της Βασιλείας του Θεού. Όταν συνήρχετο μονολογούσε θαμπωμένος, από τα Μεγαλεία του Θεού, Πω πώωω, παράδεισος. Πωπώωω, Χερουβείμ, Σεραφείμ, Χαρά Θεού. Δόξα Θεού, πλούτος Θεού, άγγελος με ανεβάζει, άγγελος με κατεβάζει. Τι πλούτος, τι μεγαλείον Θεού. Ο παπα-Τύχονας είναι ένας από τους νεοτέρους οσίους λειτουργούς, και ασκητάς Αγιορείτας των ημερών μας, και εκοιμήθη οσιακώς μόλις το 1968. Αλλά μήπως το ίδιο δε συνέβαινε και με τον Άγιο Νεκτάριο, όταν ελούζετο στον Χερουβικό ύμνο και στον καθαγιασμό των Τιμίων Δώρων από ανέσπερο, ολόλαμπρο, ολόλευκο, άκτιστο φως, μέσα σε αγγελικές ψαλμωδίες; Και ο πατήρ Γεώργιος Καρσλίδης ζούσε, όταν ζούσε στο μοναστηράκι έξω από τη Δράμα, ζούσε λειτουργικά με αγγέλους και αρχαγγέλους. Τα Λειτουργικά Πνεύματα πολλές φορές εθεάθησαν να θυμιάζουν την Μεγάλη Είσοδο ευλαβών ιερέων. Και άλλα πάλι να συνωστίζονται στο Άγιον Βήμα δια τα τελούμενα. Πολλές οι παρόμοιες αγγελικές και Χερουβικές συλλειτουργίες από ιερείς ασκητάς του Αγίου Όρους.

Χριστιανοί μου, ζωντανή η πίστις μας, η θριαμβεύουσα Εκκλησία παρούσα και στη σημερινή μας, δική μας Θεία Λατρεία, τη λατρεία της στρατευομένης Εκκλησίας. Αλλά ο λόγος μας όμως δεν είναι αυτός, αλλά ο Άγιος Σπυρίδων.

Πέμπτο θαύμα του Αγίου Σπυρίδωνος. Κάποτε ήρθε μία γυναίκα, και τον παρακαλούσε να της επιστρέψει πίσω κάτι πολύτιμο που το είχε δώσει στην κόρη του για να το φυλάξει. Όμως η μονάκριβη θυγατέρα του, η Ειρήνη είχε πεθάνει κι έτσι ο Άγιος δεν ήξερε που το είχε βάλλει η κόρη του. Πήγε λοιπόν ο Άγιος Σπυρίδων στον τάφο της κόρης του, και την ρώτησε που είχε κρυμμένο το ξένο αυτό πολύτιμο πράγμα; Και μέσα από τον τάφο μίλησε η Ειρηνούλα και είπε που το είχε κρύψει. Ο Άγιος πήγε, έψαξε, το βρήκε, και το επέστρεψε στη γυναίκα που το ζητούσε και το είχε ανάγκη. Ο Άγιος ξαναγύρισε στον τάφο της θυγατέρας του και αφού την ευχαρίστησε της είπε: «Κοιμήσου τώρα παιδί μου μέχρι της Δευτέρας Παρουσίας του Κυρίου».

Από τα πέντε αυτά θαύματα, τα τέσσερα τονίζονται πολύ επιγραμματικά στο απολυτίκιον του Αγίου. Πώς αρχίζει το απολυτίκιον του Αγίου;
«Της Συνόδου της πρώτης ανεδείχθης υπέρμαχος», αυτό αναφέρεται στο θαύμα με το κεραμίδι.
«Διό νεκρά συ εν τάφω προσφωνείς», αυτό αναφέρεται στο διάλογο που είχε με τη νεκρή θυγατέραν του.
«Και όφιν εις χρυσούν μετέβαλλες», αυτό μας περιγράφει το θαύμα της μεταβολής του φιδιού σε χρυσάφι για να καλυφθούν οι ανάγκες του φτωχού οικογενειάρχου.
«Και εν τω μέλπειν τας αγίας σου ευχάς, αγγέλους έσχες συλλειτουργούντας σοι, ιερότατε». Αυτό, με όσα σχετικά είπαμε με τη Θεία Λειτουργία του Αγίου, όπου συνέψαλλον μαζί του τα πλήθη των αγγελικών ταγμάτων. Και δεν είναι μόνον αυτά τα θαύματα του Αγίου Σπυρίδωνος. Τα τονίσαμε επειδή αναφέρονται και στο απολυτίκιό του.

Εξακολουθεί και σήμερα να θαυματουργεί ο Άγιος Σπυρίδων, σε όσους τον επικαλούνται με πίστη.
Θαυματουργός ο ¨Αγιος Σπυρίδων, θαυματουργοί και όλοι οι Άγιοι.
Θαυματουργοί και μάρτυρες.
Θαυματουργοί και ομολογητές.
Θαυματουργοί και όσιοι.
Θαυματουργοί και ανάργυροι.
Θαυματουργοί και μυροβλήτες. Άγιοι και θαυματουργοί. Τα θαύματα ακολουθούν τους αγίους και μετά το θάνατό τους.
Θαυματουργούν τα οσιακά σκηνώματά τους.
Θαυματουργούν τα μαρτυρικά λείψανά τους.
Θαυματουργούν ακόμα και αυτοί οι τάφοι τους.
Θαυματουργούν τα οστά τους τα τίμια.
Θαυματουργούν τα ενδύματά τους.
Θαυματουργούν οι άγιες εικόνες τους.
Κάνομε μια παράκληση στην Παναγία, στον Άγιο Σπυρίδωνα, στον Άγιο Νικόλαο, στον Άγιο Μηνά, στον Άγιο Γεώργιο, στον Άγιο Δημήτριο, στην Αγία Παρασκευή, στην Αγία Βαρβάρα, στην Αγία Αικατερίνη, στην Αγία Μαρίνα, στην Αγία Ειρήνη τη Χρυσοβαλάντου, σε όλους τους Αγίους και το θαύμα πραγματοποιείται. Όμως, όμως, κάθε θαύμα προϋποθέτει πίστη και μετάνοια. Πίστη και ήθος. Πίστη και έργα. Πίστη στον Χριστό και στον έργον Του. Πίστη στο Χριστό και στο Ευαγγέλιόν Του. Πίστη στα θαύματά Του, στη Σταύρωσή Του, στην εκ νεκρών Ανάστασή του, στην Αγία Του Ανάληψη. Πίστη στη Δόξα και στη Βασιλεία των Ουρανών. Πίστη στη Δευτέρα Του Παρουσία και στα θαύματά Του. Αν δεν πιστεύουμε στο Χριστό και στα θαύματά Του, πως θα πιστέψωμε στα θαύματα των Αγίων; Πως θα πιστέψωμε στα θαύματα των Παναγίων Μυστηρίων; Ή πιστεύομε στο Χριστό, ή δεν πιστεύουμε! Μέσος δρόμος αμφιβολίας, χλιαρότητος και ολιγοπιστίας δεν χωράει. Ή πιστεύεις ή δεν πιστεύεις! Και όποιος δεν πιστεύει είναι τυφλός, ζει στα σκοτάδια.
Εκείνος όμως που πιστεύει στο Χριστό, στο Ευαγγέλιό Του, στην Εκκλησία Του, στα Μυστήριά της, αυτός είναι ανοιχτομάτης, βλέπει καθαρά και σωστά και δεν αμφιβάλλει τον λόγο που είπε ο Κύριος : «Αμήν αμήν λέγω υμίν, ο πιστεύων εις εμέ, τα έργα ά εγώ ποιώ και κακείνος ποιήσει και μείζονα τούτων ποιήσει». Ιωάννου ΙΔ 14. Όποιος δηλαδή πιστεύει σε μένα, λέγει ο Κύριος, όχι μόνον αυτά τα υπερφυσικά έργα που έκανα εγώ, θα τα κάμει και αυτός, αλλά και ακόμα περισσότερα και ακόμα μεγαλύτερα, πάντοτε με την δική μου δύναμη.
Άπιστοι, ω άπιστοι που είστε, να δείτε το πιο μεγάλο θαύμα πάνω στην Αγία Τράπεζα! Ναι άπιστοι, για όλους εμάς ο Χριστός να το φωνάξτε, είναι ζωντανός Θεός, είναι ο ζωντανός ο αληθινός Θεός, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Είναι ο Ων, είναι ο Ην, είναι ο Ερχόμενος, είναι ο Κύριος, είναι ο Παντοκράτωρ. Ο Χριστός βασιλεύει εις τους αιώνας των αιώνων. Γι’ αυτό και πάντοτε διά μέσου των Αγίων, έκανε, κάνει και θα κάνει πάντοτε θαύματα, ας γονατίσουμε, ας παρακαλέσουμε, ας κλάψουμε ας ικετεύσουμε και αν είναι για το συμφέρον μας, αυτός θα το κάμει. Ζητείτε και δοθήσεται ημίν.

Δόξα λοιπόν στο Σωτήρα μας Χριστόν. Γι’ αυτό και τα περισσότερα απολυτίκια θαυματουργών Αγίων, όπως και του σημερινού εορταζομένου Αγίου Σπυρίδωνος, τελειώνουν με την Δόξαν προς τον Κύριον, και Θεόν ημών, τον Ιησούν Χριστόν.
Δόξα τω σε δοξάσαντι Χριστώ, Δόξα τω σε στεφανώσαντι, Δόξα τω ενεργούντι δια σου πάσιν ιάματα.
Αυτώ η Δόξα και το κράτος και η τιμή
εις τους αιώνας των αιώνων,
Αμήν.