Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2004

Η μετάνοια σε σχέση με την ταπείνωση και οι παραγόμενοι εν Χριστώ καρποί τους



Κυρ. ΙΕ' Λουκά 2004

«Σταθείς δε ο Ζακχαίος είπε προς τον Κύριον, και ή τινος τι εσυκοφάντησα αποδίδωμι τετραπλούν»
Η μετάνοια του Ζακχαίου όπως το μας το παρουσίασε το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα ήτο αληθινή και έμπρακτη.
Αν τυχόν, είπε ο τελώνης, και σαν τελώνης που είμαι και σκληρός εφοριακός αδίκησα κάποιον με ψεύτικες και συκοφαντικές μαρτυρίες, και έτσι του πήρα πολύ περισσότερα από αυτά που του έπρεπε, θα τον αποζημιώσω όπως θα λέγαμε σήμερα εις το τετραπλάσιο. Η έμπρακτη αυτή μετάνοια στην καρδιά του Ζακχαίου, εγένετο ύστερα από την επίσκεψη του Κυρίου στο σπίτι του.
Βέβαια Κύριος ο Θεός που είναι παντογνώστης, αυτός που ετάζει καρδίας και νεφρούς, που βλέπει τις καρδιές των ανθρώπων, είδε την καρδιά του Ζακχαίου που ανέβηκε πάνω στην συκομωρέα γιατί ήταν κοντός και ήθελε να δει το πέρασμα του Κυρίου, είδε και την καρδιά του.
Αυτό σημαίνει λοιπόν ότι πρώτα έρχεται η χάρις, επαναλαμβάνω, πρώτα έρχεται η χάρις, του εν Τριάδι Θεού μέσα μας, και κατόπιν ακολουθεί η ενεργουμένη μετάνοια και ο υπόλοιπος πνευματικός αγώνας για τη σωτηρία της ψυχής μας.
Βέβαια πάντοτε ο Κύριος κτυπά μετά διακρίσεως τις καρδιές των ψυχών μας, και αν θα του ανοίξουμε θα περάσει. Μας λέγει στην Αποκάλυψη ότι «ιδού ίσταμαι επί την θύραν και κρούω. Εάν μου ανοίξεις θα εισέλθω και θα δειπνήσω μαζί σου, και τότε στην καρδιά σου θα γίνει πανηγύρι διότι θα μεταβληθεί ουρανός, ολοφώτεινος ουρανός, διότι μέσα σ’ αυτόν θα λάμψει η παρουσία του ηλίου της δικαιοσύνης».
Μέσα όμως από την μετάνοια γνωρίζουμε και απολαμβάνουμε τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, και μόνον μέσα από την μετάνοιαν. Όταν ανοιχτεί η καρδιά μας και αποδειχθεί ότι είναι δεκτική, για να δεχτεί την Θείαν Χάριν, τότε με τρόπους που δεν μπορούμε να ερμηνεύσουμε, βλέπουμε μέσα σ’ αυτήν με τα μάτια της ψυχής μας την μεγαλοσύνη του Θεού, την μεγαλοπρέπεια του Θεού, την φιλανθρωπία Του και την άπειρη μακροθυμία Του. Κι όσο την βλέπουμε, κι όσο την αντικρύζουμε και όσο την βιώνουμε, τόσο και περισσότερον ταπεινούμεθα. Και δια της ταπεινώσεως συνεχώς μετανοούμε.

Μετανοούμε, μετανοούμε, μετανοούμε, μια ζωή ολόκληρη, και έτσι πρέπει νάναι. Ο Άγιος Ισαάκ ο Σύρος μας λέγει ότι η μετάνοια πρέπει να μας συνοδεύει μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής μας. Άλλωστε το «Μνήσθητί μου Κύριε, όταν έρθεις εν τη Βασιλεία Σου» εκεινού του ληστού που άνοιξε πρώτος την πόρτα του Παραδείσου, η κραυγή αυτή ήτανε κραυγή μετανοίας.
Και όσο καλλιεργείται καθημερινά η αληθινή μετάνοια του καθενός από μας, του μικρού η του μεγάλου, και δένεται μαζί της και η ταπείνωσις, τότε ταπείνωσις και μετάνοια, μεγαλώνουν το οικοδόμημα της ψυχής, ή μάλλον ευρύνουν το δοχείο της και συντελούν αποτελεσματικά στον πλήρη καθαρισμό της. Διότι σ’ αυτό πρέπει να αποβλέπουμε όλοι μας, όπως με τη μετάνοια, όταν αυτή συνοδεύεται και πρέπει να συνοδεύεται με την ταπείνωση, διότι μετάνοια χωρίς ταπείνωση, τι σόι μετάνοια είναι αυτή, α, θέλουμε ένα μόνο πράγμα, να καθαρίσουμε την καρδιά μας. Να καθαρίσουμε τον νού μας πρώτα απ’ όλα, και ύστερα βέβαια ολόκληρον τον χώρον της καρδίας και της ψυχής.
Συνεργοί σ’ αυτή τη διπλή αρετή, την μετάνοια και την ταπείνωση, θα είναι η έμπρακτη πίστις, η ζωντανή πίστις, η ολόθερμη πίστις, πίστις που δυστυχώς μας λείπει. Εν συνεχεία χρειάζεται η μακροθυμία, η νηστεία η πνευματική, γιατί νηστεία σωματική τώρα έτσι όπως καταντήσει όλοι, μικροί και μεγάλοι με τις τόσες ποικίλες αρρώστιες και τη ραδιενέργεια που βασιλεύει στην ατμόσφαιρα και στις τροφές, είναι πολύ δύσκολη να γίνει. Αλλά η πνευματική όμως επιβάλλεται. Νηστεία στους οφθαλμούς, νηστεία στις αισθήσεις, νηστεία στη γλώσσα μας. Κατόπιν να ακολουθήσει η κατά δύναμιν εγκράτεια, η συνεχής προσευχή, η κρυφή ελεημοσύνη, -«μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου»,- αλλά και η πνευματική σου ελεημοσύνη, που θα γίνει όταν θα εισέλθεις κρυφά στο ταμείον σου, είτε θάναι αυτό το ταμείον το δωμάτιον του σπιτιού σου, είτε θα είναι το δωμάτιον της ψυχής σου, και εκεί εν τω κρυπτώ, θα προσευχηθείς για τον διπλανόν σου, και ο Θεός ο βλέπων εν τω κρυπτώ θα αποδώσει εν τω φανερώ. Η Ιερά Εξομολόγησις, η Θεία Κοινωνία, η μελέτη της Αγίας Γραφής, και τόσα άλλα, και τόσα άλλα, και τόσα άλλα, να μην τα λέμε όλα, που δεν προλαβαίνουμε, και είναι τόσα πολλά, όλα μαζί συντρίβουν τα πάθη και καθαρίζουν την καρδιά, και τότε καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει, και μάλιστα σ’ αυτή την καρδιά, την συντετριμμένη, και την τεταπεινωμένη, ο Θεός δίδει και την Χάριν του, «ταπεινοίς δε δίδωσι Χάριν». Και μάλιστα εκείνην την Χάριν που δωρίζει την ακατάληπτην Θείαν όρασιν, και τη Θεία Θεογνωσία. Διότι, τίποτα από τον Πανάγιον Θεόν δεν γνωρίζουμε, παρά μόνον όσα Εκείνος μας αποκαλύπτει. Βέβαια μπορούμε να διαβάζουμε ορισμένα πράγματα, και καλά κάνουμε και τα διαβάζουμε, αλλά άλλο γνώσις, άλλο Θεογνωσία. Άλλο διαβάζω, και άλλο με αποκαλύπτει ο Θεός. Και τα μυστήρια του Θεού και της Παναγίας Τριάδος, και της Θεανθρωπότητος του Κυρίου, και της χαράς και της δόξας της Βασιλείας των Ουρανών, αυτά μόνον εις την καθαρήν καρδίαν αποκαλύπτονται.
Μακάριοι, λέει, λένε οι μακαρισμοί, μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται. Και τους μακαρισμούς ξέρετε, τους διδάσκομε σε όσους εκ των κατηχουμένων είναι μεγάλοι και θέλουν να βαπτιστούν στην Ορθόδοξη πίστη και Εκκλησία. Διδάσκουμε τους μακαρισμούς. Διότι μέσα και απ’ αυτούς αναβαπτίζεται ολόκληρος ο άνθρωπος. Πράγματι λοιπόν, η αληθινή μετάνοια, όταν ακολουθείται από την ταπείνωση, και όταν εν συνεχεία έπονται η πίστις και η καλλιέργεια όλων των υπολοίπων αρετών, κατορθώνεται, και τότε μόνον κατορθώνεται δια του Ιησού Χριστού, η κάθαρσις εκ της καρδίας. Ύστερα έρχεται ο φωτισμός. Και ποιος ξέρει σε ποιες ψυχές κατορθούται τελικά η τελείωσις και ο αγιασμός.
Η καρδιά στην Ορθόδοξη Πίστη μας, είναι το κέντρον της ψυχής, είναι μάλλον το κέντρο του όλου ψυχοσωματικού ανθρώπου. Είναι ο πνευματικός χώρος όπου κατοικεί και βασιλεύει το Πνεύμα του Θεού. Μας το λέγει βεβαιωτικά ο ίδιος ο Κύριος. Η Βασιλεία του Θεού, εντός ημών εστί. Η Βασιλεία του Θεού είναι μέσα σας. Πού μέσα σας; Στην καρδιά σας. Στην ψυχή σας. Στο νου που φωτίζεται. Στις καθαρές και αγιασμένες αισθήσεις. Η καρδιά είναι φωλιά μέσα στην οποία αναπτύσσονται και αναγεννώνται, ή πρώτα αναγεννώνται και ύστερα αναπτύσσονται όλες οι αρετές. Και όταν η καρδιά είναι αγνή, καθαρή, αμόλυντη, και αγία, όπως του πνευματικού μου, τότε και μόνον καθίσταται ολοφώτεινος χώρος γεμάτος Χάρη και Δόξα Θεού.
Είδατε Δόξα Θεού ποτέ μέσα σε καρδιά ανθρώπου; Είδατε; Δεν είδατε! Είθε όμως ο Θεός να σας αξιώσει να δείτε! Δόξαν Θεού, μέσα σε καρδιά ανθρώπινη. Και όλα αυτά ξεκινούν απ’ την αληθινή μετάνοια. Και βλέπεις τον Άγιο να μετανοεί πιο πολύ από μας! Με περισσότερη ένταση! Με περισσότερη ποιότητα! Με περισσότερη συντριβή! Γιατί πιστεύει στην αμαρτωλότητά του. Εγώ αμφιβάλλω αν πιστεύουμε. Λέμε ότι είμαστε, όλοι αμαρτωλοί είμαστε, αλλά, αν πιστεύουμε… Ένας Θεός ξέρει και φαίνεται και στην εξομολόγηση πόσο αληθινά, πόσο αληθινή μετάνοια έχουμε, δυστυχώς, ούτε συντετριμμένη είναι, ούτε δάκρυα τρέχουν ποτάμι, ούτε αλλάζει και ο άνθρωπος.
Πρέπει λοιπόν να υπάρχει και ο απαραίτητος όχι εξωτερικός στεναγμός, αλλά αυτόν που λέγει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο εσωτερικός στεναγμός της ψυχής.

Διηγείται ο πατήρ Παΐσιος, θα σας το διαβάσω όπως το γράφει στο βιβλίο του, ότι κάποια βραδιά που έκαμε ολονύκτια αγρυπνία μπροστά στα οσιακά λείψανα του Αγίου Αρσενίου του Καππαδόκη, τον επισκέφθηκε η Χάρις του Θεού, και η Θεία Μακαριότητα ήταν τόσο συγκλονιστική, η Δόξα του Θεού ήτο τόσο μεγάλη ώστε ομολόγησε τα εξής: Όταν έρχεται η Χάρις η μεγάλη, η Δόξα του Αγίου Θεού, η καρδιά του προσευχομένου αλλά και όλος ο ψυχοσωματικός άνθρωπος, χριστιανός προσευχόμενος, δεν αντέχει. Συνταράσσεται ολόκληρος, όπως το σώμα συνταράσσεται από το ηλεκτρικόν ρεύμα. Δεν αντέχει στην τόση μακαριότητα, στην τόση Δόξα, στην τόση ευτυχία, στο τόσο φώς, κοντεύει να σκάσει. Από κείνη την ευτυχία και την ειρήνη την υπερέχουσα πάντα νουν, γι’ αυτό και κείνος είπε όπως και τόσοι άλλοι άγιοι «Ή πάρτο Θεέ μου αυτό από πάνω μου, ή πάρε εμένα τώρα αυτή τη στιγμή». Και μετά ακολουθούν πλήθος από γλυκύτατα δάκρυα, από χαρά ανέκφραστη, από απερίγραπτη μακαριότητα, από θεϊκές αλλοιώσεις, και από θεϊκό έρωτα. «Σε αυτή την κατάσταση», λέει, «που αγρυπνούσα, εμ, δεν αφήνει κανέναν ο διάβολος, μπροστά στα Άγια Λείψανα του Αγίου Αρσενίου που τα είχα βάλει πάνω στο κρεβάτι, ξαφνικά εμφανίζεται ο διάβολος, με αρπάζει λοιπόν, - πως το επέτρεψε ο Θεός – τον άρπαξε και τον πέταξε κάτω. Τι παλιοκόκαλα είναι αυτά, του λέει, που έβαλες εδωπέρα πάνω, και τα προσκυνάς συνέχεια. Με τύφλωσες, με ρίμαξες, με σκότωσες. Με είχε ρίξει όμως με πολλή δύναμη στο πάτωμα, πόνεσα και φώναξα δυνατά: «Άγιε του Θεού βοήθησέ με». Συγχρόνως με τη φωνή, ο διάβολος έγινε άφαντος, και η ψυχή μου γέμισε από ανέκφραστη μακαριότητα. Το πρωί ήλθε να με επισκεφθεί ένας γνωστός μοναχός για να μου φέρει κάτι. Και έμεινε κατάπληκτος, γεμάτος θαυμασμό για την αλλοίωση που είχε προξενήσει η Θεία Χάρις στο αμαρτωλό πρόσωπό μου, και ήταν τόση αυτή η λάμψις, ώστε δεν μπορούσε να βλέπει συνεχώς το πρόσωπό μου, και κατέβαζε το κεφάλι κάτω».

Τι άλλο να σας πω; Τι άλλο να σας πω;
Να σας εύχομαι και να με εύχεσθε.
Να αποκτήσουμε τέτοια μετάνοια, που νάχομε αυτό που είχε ο πατήρ Παΐσιος.

Αμήν