Το site που επιμελείται ο Ι.Ν. Αγίας Βαρβάρας Αμφιάλης Κερατσινίου: https://agiavarvaramfialis.gr



Τετάρτη 25 Φεβρουαρίου 2009

Περί Οίκογένειας. Ο Χριστός στήν οικογένειά μας 2ον μέρος



Ο λόγος μας για δεύτερη κατά σειρά ομιλία είναι «ο Χριστός και η οικογένεια».
Η Ορθόδοξη Εκκλησία μας, ανάμεσα στα εκατομμύρια των αγίων της, μάρτυρες και οσίους, περιλαμβάνει και πολλούς εγγάμους αγίους, άνδρες και γυναίκες.

Μεταξύ αυτών είναι και η Αγία Γοργονία, που η μνήμη της τιμάται στις 23 Φεβρουαρίου. Ήταν μητέρα πέντε τέκνων και θυγατέρα αγίων γονέων, του Αγίου Γρηγορίου, του μετέπειτα επισκόπου Ναζιανζηνού, και της Αγίας Νόννας. Ο αδελφός της ήταν ο γνωστός Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, που στον επικήδειο λόγο του για την αδελφή του την Γοργονία λέγει τα εξής:
Αν και παντρεύτηκε κατάφερε να ξεπεράσει όλες τις γυναίκες του καιρού της όχι μόνον στην σωφροσύνη, αλλά και στις άλλες αρετές, τις τόσο αναγκαίες για συζύγους και μητέρες. Με όλο της τη στάση δίδαξε πως ούτε η παρθενία από μόνη της ενώνει με το Θεό αν δεν καλλιεργούνται συγχρόνως και όλες οι Ευαγγελικές αρετές, ούτε πάλι ο γάμος μπορεί να δεσμευτεί από το κοσμικό αμαρτωλό φρόνημα, και να χωρίσει από τον Θεόν. Έτσι ούτε ο γάμος να αποφεύγεται, απ’ τον αμαρτωλό φόβο των ευθυνών, ούτε και η παρθενία μονόπλευρα να επαινείται. Διότι έκαστος ίδιον έχει χάρισμα, «ο μεν ούτως, ο δε ούτως». Αλλά ο νους του ανθρώπου είναι εκείνος που είτε είναι έγγαμος, παντρεμένος, είτε άγαμος, μπορεί να ενώσει τον άνθρωπο με το Θεό, οδηγώντας αυτόν στη σωτηρία, ή να τον ενώσει με τον κόσμο της αμαρτίας και να τον χωρίσει απ’ το Θεό.
Η Γοργονία με το να παντρευτεί δεν χωρίστηκε απ’ τον Θεό, και με το να έχει κεφαλή τον άντρα της, δε σημαίνει πως ξεχωρίστηκε από την πρώτη κεφαλή που είναι ο Χριστός.
Στις υποχρεώσεις και τις συζυγικές και της μητρότητος ήταν απόλυτα σύμφωνη με τους νόμους του Θεού. Αλλά και ολόκληρον τον εαυτόν της είχε παραδομένο στην αγάπη του Χριστού. Κατόρθωσε και τον άντρα της, παρόλο που στα πρώτα χρόνια, ήταν ειδωλολάτρης, να τον οδηγήσει με την καλοσύνη της, ενώ ήταν ειδωλολάτρης, σε πράξεις αγαθοεργίας και ελεημοσύνης. Πως τα κατάφερε, μόνον εσείς οι γυναίκες ξέρετε. Αλλά και τα παιδιά της, με τις καλές και ήρεμες συμβουλές, και όχι με το ξύλο στο χέρι, και κυρίως με το παράδειγμά της, να τα οδηγήσει στην αρετή κατά Χριστόν. Γι’ αυτό και η οικογένειά της πλημμύρισε από ευλογίες. Έτσι έκαμε τον γάμο αξιέπαινο και ευαρέστησε τον Θεόν, με το πλήθος των αρετών της και την καλλιτεκνία της. Ήταν πάντοτε σεμνή, κοσμία, ήρεμη, υπομονετική, και πολύ σπάνια λέει την έβλεπαν στον δρόμο, - τώρα είμαστε αναγκασμένοι να είμαστε - . Το βλέμμα της ήταν πάντοτε χαμηλωμένο, χωρίς να παρατηρεί άτακτα τα γύρω της. Πρόσεχε πολύ στο τι έπρεπε να ακούει, και φύλαγε τη γλώσσα της στο να μη λέγει πολλά, στο να μην αργολογεί, πολυλογεί, να προσθέσω εγώ, να κουτσομπολεύει, και ιδιαιτέρως να μην κατακρίνει κανέναν όσα και αν ήταν τα λάθη του. Γι’ αυτό και γνώριζε στο να έχει φύλακα της γλώσσης, τον ηγεμόνα και φωτισμένο νου της. Έτσι ήταν αφοσιωμένη στη ζεστασιά της οικογενείας της, στην κατά Θεό ανατροφή των παιδιών της, και στις αγαθοεργίες της. Το ένα δεν εμπόδιζε το άλλο. Το ντύσιμό της ήταν σεμνό, χωρίς στολίδια, φτιασίδια και καλλωπισμούς. Το μόνο που την ενδιέφερε ήταν ο πνευματικός στολισμός της ψυχής της. Επαναλαμβάνω, λέμε με απλά λόγια, όσα είπε στον επικήδειο λόγο ο Άγιος Γρηγόριος για την αδελφή του. Τόσο φανερός ήταν ο φωτισμός της, ώστε πολλοί να την έχουν σύμβουλό τους, όχι μόνον οι συγγενείς της ή οι συμπολίτες της, αλλά και ξένοι, χριστιανοί και ειδωλολάτρες. Η φρόνιμη συμβουλή της ήταν για όλους νόμος. Νόμος απαράβατος. Φρόντιζε για την καλή διακόσμηση κάθε χριστιανικού ναού, τους δε ιερείς όχι μόνον τους εσέβετο, αλλά και το θεωρούσε μεγάλη τιμή να φιλοξενεί στο σπίτι της ιερείς παντός βαθμού. Συμπαθητική προς τους πάσχοντας και ελεήμων προς τους πτωχούς, και πάντοτε κρυφίως, κατέστη σαν τον Ιώβ, μάτι των τυφλών, πόδι των χωλών, μητέρα των ορφανών, και φίλη προστάτιδα των όντως χηρών. Όλα τα υπάρχοντά της ήσαν κοινά για όλους, κοντά στην ελεημοσύνη είχε και την νηστεία, πνευματική και σωματική, και κοντά στην ευσπλαχνεία την κατά Θεόν εγκράτεια. Καθημερινά μελετούσε την Αγία Γραφή, αγρυπνούσε στο ταμείον της με πολλή και έντονη προσευχή, είτε γονατιστή είτε ορθία, με καρδιά συντετριμμένη και με δάκρυα της μετανοίας ή της χάριτος πολλά στα μάτια της. Με την όλη της συμπεριφορά φανέρωσε στους τότε χριστιανούς, ότι η διαφορά μεταξύ ανδρών και γυναικών, είναι μόνον βιολογική, μόνον σωματική, και όχι κατά την ψυχήν. Παραμονές του θανάτου της αξιώθηκε να δει να βαπτίζεται Ορθόδοξος Χριστιανός και ο άντρας της. Αυτού, αφού προγνώρισε το θάνατό της, σαν φίλανδρη σύζυγος, σαν φιλότεκνη μητέρα, και φιλάδελφη γυναίκα έδωσε τις τελευταίες συμβουλές της και εκοιμήθη οσιακώς, ψελίζοντας το ψαλμικό «εν ειρήνη επί το αυτό κοιμηθήσομαι και υπνώσω». Από τον τέταρτο ψαλμό. Απόδειξις της παρρησίας και αγάπης προς τον Θεόν. Εκοιμήθη οσιακώς επαναλαμβάνω, στην Καππαδοκία τον τέταρτον μετά Χριστόν αιώνα.

Χριστιανοί μου, τι να πρωτοθαυμάσει κανείς από την Αγία Γοργονία;
Ως συζύγου; Υπήρξε τελεία.
Ως μητέρα; Άριστη στην διαπαιδαγώγηση των παιδιών της με το αξιοθαύμαστο παράδειγμά της.
Ως χριστιανή; Μα ήταν τόσο Ευαγγελική η ζωή της, τόσο χριστομίμητη ώστε η Εκκλησία μας επισήμως να την κατατάξει μεταξύ των Αγίων της.
Πρώτη στα χριστιανικά της καθήκοντα,
πρώτη στην τήρηση των Ευαγγελικών εντολών,
πρώτη στην καλλιέργεια των αρετών.
Τίμησε την Εκκλησία, αλλά τίμησε και τον άντρα της.
Υπακοή στο θέλημα του Θεού.
Υπακοή όμως και στον σύζυγό της.
Πρώτη στην προσευχή, στον εκκλησιασμό και στη Θεία Κοινωνία.
Πρώτη στην φιλανθρωπία, στην ελεημοσύνη και στην αγαθοεργία, δηλαδή στην έμπρακτη αγάπη.
Πρώτη παντού και πάντοτε. Και στη λατρεία της προς τον Θεόν, και στην συμπαράσταση προς τον πλησίον, και στην πνευματική προκοπή των παιδιών της, και στο στολισμό της ψυχής της με τις θεοαρετές. Ιδού πώς μια σώφρων γυνή, μια σώφρων γυναίκα, κατέστησε την οικογένειά της κατ’ οίκον Εκκλησία.

Χριστιανοί μου, και ενώ θα έπρεπε όλοι οι σημερινοί, Νεοέλληνες Ορθόδοξοι Χριστιανοί, άνδρες και γυναίκες, να προσπαθούν την οικογένεια που δημιουργούν, να την καταστήσουν κατ’ οίκον Εκκλησία, αντιθέτως μάλιστα την καθιστούν στάβλο χοίρων, χοιροστάσιο. Θα μιλήσουμε για την κακή πλευρά της σημερινής οικογένειας, γιατί έχουμε και την καλή.
Οι παράνομοι δεσμοί τριών πέντε και δέκα ετών, έχουν πολλαπλασιαστεί σε τρομακτικό αριθμό, όχι μόνον Ευρώπη και Αμερική, αλλά και στην πατρίδα μας, χωρίς καμιά προοπτική, χωρίς δεσμεύσεις, χωρίς ανάληψη ευθυνών, και χωρίς ντροπή, κατρακυλούν αυτά τα ζευγάρια στο βούρκο της αμαρτίας. Στους παράνομους δεσμούς πρέπει να συμπεριλάβουμε και τους πολιτικούς λεγομένους γάμους, που δημιουργήθηκαν με ένα μπακαλόχαρτο του δήμου. Όλες αυτές οι παράνομες σχέσεις, στραπατσάρισαν το κατ’ εικόνα του Θεού, και την οδηγούν στο χοιροστάσιο των κατωτέρων ενστίκτων. Τα διαζύγια πλήθυναν τόσο πολύ, ώστε στους δύο γάμους να έχουμε τον ένα υπό διάλυση. Σήμερα όλα τα μέσα της υψηλής τεχνολογίας, μας οδηγούν στην καταστροφή. Και μιλάμε γενικώς για την Ελληνική χριστιανική οικογένεια, η οποία σήμερα διέρχεται σοβαρή κρίση.
Και η κρίσις αυτή του θεσμού της οικογένειας, έχει σαν αποτέλεσμα, ένα πλήθος από κοινωνικά φαινόμενα, όπως είναι η εξάπλωσις της αναρχίας, οι ανεξέλεγκτες καταστροφές ιδιωτικής και δημόσιας περιουσίας, η δημιουργία των κουκουλοφόρων, όλοι αυτοί προέρχονται από οικογένειες… Η επικίνδυνη άνοδος της εγκληματικότητος, η αύξησις των ψυχικών νοσημάτων και διαταραχών, η επικίνδυνη αύξησις της πανσεξουαλικότητος, με επισημοποίηση της ομοφυλοφιλίας, των διαστροφών… τα βλέπουν όσοι παράνομα τις νύχτες αργά βλέπουν πολλά πράγματα. Τις παιδεραστίες, τις πορνογραφίες, της καταλύσεως πάσης ηθικής αξίας, της νεανικής μέθης, - έχουμε παιδιά δεκατεσσάρων ετών και μεθούν, - της χαρτοπαιξίας, των τυχερών παιχνιδιών, τα παρατράγουδα των νυκτερινών διασκεδάσεων μετά τις έντεκα το βράδυ, μέχρι πρωίας, η ανευθυνότητα και οι αυτοκτονίες, και άλλα, άλλα πολλά, αποδεικνύουν ότι πραγματικά η οικογένεια και ο γάμος, ως θείος και ιερός θεσμός είναι υπό κατάρρευση.
Την τελευταία τριακονταετία, 1980- 2008, οι πολύτεκνες οικογένειες, με τέσσερα παιδιά και άνω, εμειώθησαν κατά 70%, ενώ τα μονομελή νοικοκυριά, και οι παράνομες συζεύξεις, αντίστοιχα, και αυτό είναι το φοβερό, αυξήθηκαν κατά 70%. Επίσης πολλαπλασιάστηκαν οι δεύτεροι γάμοι, όπως και άρχισαν να πυκνώνουν οι μικτοί γάμοι ανάμεσα σε Έλληνες και αλλοδαπούς, από Αλβανία, από Ρωσία, Πακιστάν, Αγγλία, Αμερική, Καναδά… Έχουμε γάμους με ετεροδόξους, παπικούς, προτεστάντας, διαμαρτυρομένους, σαββατιστάς, πεντηκοστιανούς, και δεν συμμαζεύεται. Έχουμε ακόμα συζυγίες παράνομες, τις οποίες είδα έξω, αλλά είδα και κάνα δυο ζευγάρια εδώ, δεν είδα πολλά, ορθοδόξους με μουσουλμάνους, με βουδιστάς, με ινδουιστάς, με βραχμανιστάς, δωδεκαθεϊστάς, έχουμε και αυτά τα φρούτα στην Ελλάδα, αθέους, απίστους, και το κακό δυστυχώς δεν συμμαζεύεται, αλλά ολοένα και περισσότερο απλώνεται. Γι’ αυτό επαναλαμβάνω ύστερα από τις πενιχρές αλλά μελανές αυτές εικόνες που δώσαμε, τονίζουμε λοιπόν, ότι ο Ορθόδοξος γάμος στην πατρίδα μας υπονομεύεται, επαναλαμβάνω ο Ορθόδοξος γάμος, με πολύ επικίνδυνες συνέπειες για την Ελληνική κοινωνία μας. Ένα άλλο λυπηρό κοινωνικό φαινόμενο είναι οι εξώγαμες ή άγαμες μητέρες. Όχι μόνον ύστερα από βάναυσους βιασμούς των νεανίδων, αλλά εκείνων των γυναικών, των μεγάλων σχετικώς σε ηλικία, άνω των σαράντα ετών, που με τη θέλησή τους δια της πορνείας, γεννούν παιδιά αγνώστου πατρός ή με τεχνική εξωσωματική γονιμοποίηση. Άραγε τι θα λένε αυτά τα παιδιά αύριο όταν μεγαλώσουν; Εγώ δεν είχα πατέρα; Εγώ δεν έχω μπαμπά; Γιατί δεν έχω; Κι αν έχω ποιος είναι; Και που είναι; Να τα ψυχικά τραύματα, ιδού τα νεανικά ναυάγια, του αγνώστου πατρός. Και η λύσις για αυτά τα παιδιά σύμφωνα με τις επίσημες θέσεις, κοινωνιολόγων και ψυχολόγων, είναι η ανταρσία, η αναρχία, ο τραμπουκισμός, η αλητεία, το πιοτό, τα ναρκωτικά, η αυτοκτονία. Κι αν τυχόν αυτά τα παιδιά κάνουν κάποτε οικογένεια, ποιο πρότυπο πατρός θα έχουν; Ποιο;

Ας έλθουμε τώρα και σε ένα άλλο θέμα που είναι η εργαζόμενη μητέρα. Χωρίς παρεξήγηση για όσες από σας εργάζεστε. Η γυναίκα στην εποχή μας έχει αλλάξει πολύ. Και αυτό το βλέπετε και εσείς οι ίδιες, όπως το βλέπομε και μείς ως άνδρες. Πιστεύω προσωπικά πως η οικονομική της ανεξαρτησία έβλαψε πρώτα πρώτα την ίδια και ύστερα όλη την οικογένεια. Δυστυχώς έπαυσε να είναι η παλιά εκείνη μάνα, η γεμάτη τρυφερότητα, αγάπη και θυσία, στην αναστροφή των παιδιών της, έστω και αν ήσαν τέσσερα, πέντε, εφτά, δέκα. Εκείνη τη μάνα λέω. Πρώτη στο νοικοκυριό, στο μαγείρευμα, καθαρή, γεμάτη σεμνότητα, και ολοπρόθυμη στο να στηρίζει ηθικά τον βιοπαλαιστή σύζυγό της. Εδώ και πολλά χρόνια άλλαξαν οι συνθήκες της ζωής και πολλαπλασιάστηκαν οι ανάγκες. Μας έγιναν απαραίτητες. Ποιο σπίτι θα δημιουργηθεί, ποια οικογένεια θα γίνει τώρα, και δεν θα απαιτήσει να έχει ηλεκτρική κουζίνα, πλυντήριο, ψυγείο, τηλεόραση, ραδιόφωνο, τηλέφωνο, ηλεκτρική σκούπα και τόσα άλλα που εσείς τα ξέρετε καλύτερα από μένα. Κάθε μέλος της οικογένειας, θέλει σήμερα και ένα κινητό τηλέφωνο, ακόμα και τα παιδιά του Δημοτικού Σχολείου, δήθεν για να μην τα χάσουμε. Τα παιδιά της σήμερον έχουν ανάγκη από φροντιστήρια, από δύο τουλάχιστον γλώσσες, από σπουδές στα Πανεπιστήμια, στα ΤΕΙ, μέχρι και Master, μεταπτυχιακές σπουδές και τόσα άλλα, τα έξοδα δηλαδή τεράστια. Χωριστά οι διασκεδάσεις που απαιτούν όλα τα παιδιά σήμερα, από τα δεκατέσσερά τους χρόνια. Δημιουργήθηκε επίσης η ανάγκη ενός νέου σπιτιού, με περισσότερα δωμάτια και περισσότερες ανέσεις. Ο Δυτικός τρόπος ζωής έκαμε κάθε οικογένεια περισσότερον καταναλωτική. Η αύξησις των αναγκών της ζωής ανάγκασε τη γυναίκα να βγει έξω απ’ το σπίτι και να εργαστεί. Αλλά στο νέο τρόπο ζωής, η εργαζόμενη γυναίκα μητέρα, πώς μπορεί να επαρκέσει σ’ όλες τις απαιτήσεις που έχει μια οικογένεια; Πώς να ανταποκριθεί σωστά και τέλεια στις ανάγκες μιας εξαμελούς οικογένειας, αλλά και έξω στην εργασία της; Έτσι χάνεται η ηρεμία και αρχίζει μέσα στο σπίτι η γκρίνια, τα παράπονα, η φαγωμάρα, οι συγκρούσεις, για να μην πω πού καταλήγουν στο τέλος. Και κάτι άλλο πολύ σκληρό που το φωνάζουν όλες τους. «Όχι πολλά παιδιά, όχι άλλα παιδιά, ένα φθάνει, το πολύ δύο». Και με διαφόρους τρόπους το αποφεύγει η εργαζόμενη μητέρα. Πολλές φορές καταφεύγει και στις εκτρώσεις, δηλαδή στο φόνο του εμβρύου, που έχει ζωή, που έχει ψυχή. Χωριστά που έχουμε κατά χιλιάδες τις εκτρώσεις από άγαμες κοπέλες. Στην πατρίδα μας οι εκτρώσεις έφθασαν τον περασμένο χρόνο και τον προπερασμένο, στις τετρακόσιες χιλιάδες, κάθε χρόνο τετρακόσιες χιλιάδες εκτρώσεις. Αν αριθμήσουμε, αυτοί που ασχολούνται με τα στατιστικά στοιχεία, αν αριθμήσουμε τις εκτρώσεις απ’ το 1980, μέχρι το τέλος του 2008, οι εκτρώσεις σε αυτά τα 27 χρόνια ανήλθαν σε πέντε εκατομμύρια. Αν απ’ αυτά ζούσαν και έβλεπαν το φως της ημέρας, δεν λέω πολλά, τα τρεισήμισι εκατομμύρια παιδιά, σήμερα θα είχαμε φοιτητές, μαθητές Λυκείου Γυμνασίου και Δημοτικού Σχολείου, και τα Νηπιαγωγεία θα ήσαν γεμάτα από παιδικές φωνούλες. Εκατοντάδες νέοι καθηγητές και δάσκαλοι θα είχαν εργασία και πολλές οικογένειες θα εδημιουργούντο. Και στρατιώτες για τα σύνορα της πατρίδος θα είχαμε, και δεν θα εδημιουργείτο το πρόβλημα της υπογεννητικότητος, ώστε ύστερα από δέκα χρόνια νάμαστε μισοί αλλοδαποί και μισοί Έλληνες. Γι’ αυτό λοιπόν είναι γνωστές οι θλιβερές συνέπειες αυτής της υπογεννητικότητος. Όλες αυτές οι ευλογίες που είχαν εκείνα τα παλιά ζευγάρια, τις χάσαμε. Κατάρα έπεσε στην Ελλάδα μας. Από τις εκτρώσεις και τις βλαστήμιες των θείων, να μην προσθέσω και το τρίτο.
Χειραφετήθηκε η γυναίκα και απέκτησε πολλαπλά δικαιώματα τα οποία και διεκδικεί απέναντι στον εργοδότη της, είτε αυτός είναι το Δημόσιο, είτε είναι ο ιδιωτικός τομέας, απέναντι στην κοινωνία και χωρίς συστολή απέναντι στον άνδρα της. Οπότε ακολουθούν τα οικογενειακά δράματα και τα ναυάγια της ζωής, με τις δυνατές συγκρούσεις, τους διαπληκτισμούς, τις προδοσίες, τα διαζύγια, τις δίκες, και το ψυχικό κόψιμο των παιδιών στα δύο. Που να πάει το παιδί. Που να κλίνει; Στον πατέρα που εγκατέλειψε το σπίτι, ή στη γυναίκα, στη μάνα που εγκατέλειψε το σπίτι; Κάθε γυναίκα που θέλει να παντρευτεί πρέπει να βάλει καλά στο μυαλό της την αποστολή που της έχει αναθέσει ο Θεός. Εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων, γιατί έχομε την εξαίρεση της αγγελικής πολιτείας, οφείλει να γίνει μητέρα, μάνα, τροφός ζωής και σύζυγος. Ώστε να μπορεί ως συνετή σύζυγος, και ως στοργική μητέρα να αφοσιωθεί στο στοιχείο της, που είναι η σωματική και πνευματική γαλουχία των παιδιών της, των παιδιών σας. Και με τη βοήθεια πάντοτε του Θεού να προσφέρει ασφάλεια και σιγουριά, χαρά και ευτυχία στο σπιτικό της. Ιδού πώς θα συντελέσει μάνα και σύζυγος στο να κάμει την οικογένεια της εν Χριστώ ευτυχισμένη.
Ο Θεός, και το πιστεύω αυτό που θα σας πω απόλυτα, στον οποίον θα έχουν οι γονείς, απόλυτη εμπιστοσύνη, θα εμπνέει, θα ευλογεί, και θα λύνει όλα τα οικονομικά προβλήματα, αρκεί όλα τα μέλη της οικογένειας, να αρκούνται στα απαραίτητα της ζωής, όπως τα ορίζει και η διδασκαλία του Ευαγγελίου, και χωρίς ασύστολες δαπάνες. Και αν το Ελληνικό κράτος είχε την φροντίδα, που δεν την είχε, γιατί ήρθε ο Δυτικός τρόπος ζωής, και ο Δυτικός τρόπος εργασίας, να δίδει τόσο μισθό στους άνδρες, ώστε να μπορεί να επιβιώσει αυτός και μια εξαμελή οικογένεια, με τέσσερα παιδιά, ή και επταμελή ακόμα, δεν θα χρειάζετο να βγεί στην δουλειά η γυναίκα, αλλά θα ήταν αφοσιωμένη στην εν Χριστώ ανατροφή των παιδιών της. Ο Δυτικός όμως τρόπος ζωής, που είναι τρόπος χωρίς Θεόν, χωρίς Χριστόν, - πήγα στο εξωτερικό και την είδα,- χωρίς εκκλησιασμό και χωρίς συνειδητή συμμετοχή στα σωστικά μυστήρια της Εκκλησίας μας. Συμβαίνει και στην Ελλάδα. Το 90% είναι έξω απ’ την Εκκλησία. Το 90% πέταξε το Χριστό έξω απ’ τα σπίτια τους. Πέταξε λοιπόν η σημερινή οικογένεια έξω απ’ την οικογένειά της την σώζουσα πίστη στον Θεάνθρωπο Χριστό, πέταξε και το Ευαγγέλιο και την Αγία Γραφή. Πέταξε το καντήλι, το θυμιατό και τις ιερές εικόνες, πέταξε την πνευματική ζωή και την ενεργουμένην αγάπη προς τον Θεόν και τον πλησίον, τα πέταξε όλα έξω απ’ το σπίτι, έξω απ’ την οικογένεια, και στην θέση τους έβαλε την αθεΐα, την απιστία, τον ηδονισμό, την καλοπέραση και τον πανσεξουαλισμό και τις πάσης φύσεως διαστροφές. Τις παλιές εποχές η οικογένεια μπορεί να υστερούσε στα πολλά γράμματα, αλλά είχε φόβον Θεού. Οι άντρες, είτε πατέρες είτε σύζυγοι, μπορούσαν να καυχηθούν αυτό που εβεβαίωνε ο Δαυΐδ στο Θεό, για τη συμπεριφορά του μέσα στο σπιτικό του. «Διεπορευόμην Κύριε, εν ακακία καρδίας μου, εν μέσω του οίκου μου». Ψαλμός 100ος, στίχος 2ος. Που σημαίνει κατά την ερμηνεία των Πατέρων «Ιδού Κύριε πώς πολιτεύθηκα μέχρι σήμερα, και τι υπόσχομαι να τηρήσω πιστά στο μέλλον. Συμπεριφέρθηκα πάντοτε στο παρελθόν, ανάμεσα στην οικογένειά μου, με ακακία στην καρδιά και με στοργή, που ήτο απηλλαγμένη από πονηριά και εγωισμό». Με ακακία λοιπόν, με αγαθότητα, με στοργή και προς την σύζυγόν του και προς τα παιδιά του, χωρίς εγωισμούς και πονηριές, αυτή ήταν η στάσις του Δαυΐδ στην οικογένειά του. Άρα και ο κατά Θεόν φόβος που έχει μέσα του όλες τις Ευαγγελικές αρετές, είναι αυτές που απαιτούνται για να σταθεί όρθιο και σωστό ένα σπιτικό.

Μετά από την ωραία και διδακτική εικόνα του προφητάνακτος Δαυΐδ, ας έλθουμε σε μια άλλη εξίσου διδακτική και ωφέλιμη εικόνα. Αναφέρομαι σε μια εικόνα, όπως την έζησε η Αικατερίνη Παπαδοπούλου, μια έγγαμη γυναίκα, χήρα, βασανισμένη από τα παιδικά της χρόνια και χαροκαμένη. Μια γυναίκα από τις χαμένες πατρίδες. Ήλθε στην Ελλάδα μετά την καταστροφή της Μικράς Ασίας, παιδούλα τότε, με τους γονείς της, να εγκαθίσταται σε μια πόλη της Μακεδονίας. Η οικογένειά της είχε φόβον Θεού, και ερχομένη στην πατρίδα, εκτός από λίγα ρουχαλάκια και μπογαλάκια στο χέρι, έφερε μαζί της μόνον δύο εικόνες, της Υπεραγίας Θεοτίκου και του Αγίου Γεωργίου. Το 1922 ήτανε 10 ετών, όταν ήλθε από την Μικρά Ασία στην πατρίδα μας. Το 1932 ενημφεύθη με ένα σεμνό και εργατικό νέο. Μέχρι το 1940, δηλαδή σε 8 χρόνια, έκαμε έξι παιδιά, 4 αγόρια και 2 κορίτσια. Και ενώ ο άντρας της γύρισε σώος με το κήρυγμα του πολέμου, το 1940, από το Αλβανικό μέτωπο, δεν πέρασε λίγος καιρός και τον σκότωσαν οι Βούλγαροι στις σφαγές του Σεπτεμβρίου του 1941 στα περίχωρα της Δράμας. Τέσσερα από τα έξι παιδιά της πέθαναν στα δύσκολα εκείνα χρόνια της Κατοχής, από αρρώστιες και πείνα. Επέμεινε χήρα στα 32 της χρόνια, και βαριά χαροκαμένη στα επόμενα 4-5 χρόνια της Κατοχής. Μετά το 1948 βρέθηκε από συγγενή, στη Θεσσαλονίκη. Παρόλα τα δεινά δεν έχασε ποτέ την ελπίδα της στο Θεό. Ήτο άνθρωπος της συνεχούς προσευχής, μετά πολλής δοξολογίας και ευχαριστίας προς τον Σωτήρα της Χριστό. Από τα δυο της τα παιδιά, η θυγατέρα της παντρεύτηκε, έκανε οικογένεια και η μάνα έμεινε μαζί με αυτήν την παντρεμένη κόρη. Και ιδού το δράμα. Ο άλλος της γιος, για άγνωστο λόγο τρελάθηκε, και τον δέσαν και τον πήγανε στο τρελοκομείο στο Λεμπέτι. Και μάλιστα ένας άλλος τρελός τούχε βγάλει το μάτι με ένα καρφί, γιατί όπως είπε, πέρασε το μάτι του για τοίχο. Και με το ζόρι τον κόλλησε σε μια γωνιά και του έμπηξε το καρφί στο μάτι για να το καρφώσει γιατί ήταν τοίχος. Από μικρή έμαθε να προσεύχεται, και νηστεύει, να εγκρατεύεται. Να εκκλησιάζεται κάθε Κυριακή και μεγάλη γιορτή και να κοινωνεί των Αχράντων Μυστηρίων. Έτσι και παντρεμένη και ως χήρα, που τίμησε με κάθε αξιοπρέπεια το στεφάνι της, προσηύχετο κάθε βράδυ μπροστά στην εικόνα της Παναγιάς της, που έφεραν οι γονείς της από την Μικρά Ασία, και μάλιστα με δάκρυα πολλά φωνάζοντας προς την Παναγία «Παναγία μου βοήθησέ με, μην με εγκαταλείπεις. Παναγία μου κάνε έλεος για την κόρη μου και για την οικογένειά της, αλλά έλεος και για αυτό το παιδί μου που είναι στο Λεμπέτι. Έλεος για τον σκοτωμένο άντρα μου, για την ψυχή του, έλεος και για τα μικρά παιδιά μου, που μόνον την κακία του κόσμου και κείνης της βρωμεράς Κατοχής γνώρισε. Τι αμαρτίες είχαν Παναγία μου δεν γνωρίζω, μικρά παιδιά ήσαν, εσύ ξέρεις. Λογάριασέ τα και αυτά και τον άντρα μου σαν μάρτυρες. Έλεος Παναγία μου, έλεος Χριστέ μου». Και αυτό γινόταν κάθε βράδυ, για δυο και τρείς και τέσσερεις ώρες. Πολλές φορές διάβαζε ένα παλιό ψαλτήρι, όλους τους ψαλμούς, όλη τη νύχτα, ή ολόκληρο τα Τετραβάγγελο, κάτι μικρά Ευαγγέλια, κυκλοφορούν και εδώ, που είχαν αφήσει οι γονείς της σαν κληρονομιά. Άλλοτε προσηύχετο όλη τη νύχτα για τους πεθαμένους, και άλλοτε για τους ζωντανούς, και η προσευχή της κάλυπτε όλη τη Στρατευομένη Εκκλησία. Από τον πατέρα Βασίλειο Παπακαϊμάκη που τον είχε πνευματικό, έμαθε να προσεύχεται για όλους τους Ορθοδόξους ιερείς, τους πνευματικούς πατέρες, για τους πτωχούς, τους αρρώστους, τις χήρες, τα ορφανά και όσους είχαν χάσει το μυαλό τους. Αργότερα έμαθε να προσεύχεται και για τους μοναχούς Αγιορείτες Πατέρες, ασκητάς και ερημίτας. Κανδήλι και θυμιατό ήσαν πάντοτε αναμμένα. Όταν σήκωνε τα χέρια της ψηλά, είτε γονατιστή είτε όρθια ο νους της πέταγε, ιδίως τα τελευταία χρόνια, σε πνευματική θεωρία, και τα σημεία της θεοφανείας ήσαν ολοφάνερα στο γλυκό πρόσωπό της, και στο σκελετωμένο σώμα της. - Μια τέτοια γιαγια, ξαναεγνώρισα και άλλη μία. Εκείνη την έλεγαν Γαρυφαλιά.- Μόνο ένα γεγονός μας απεκάλυψε, Ακούστε το.
Ένα βράδυ ήταν μεσάνυχτα και είχε σηκωθεί πάλι να κάνει προσευχή, με μόνο φως το αναμμένο κανδηλάκι της. Ξαφνικά ακούει κτύπους στην πόρτα δυνατούς. Περίμενε λίγο, μη τυχόν ξυπνήσει ο γαμπρός της, ή η κόρη της, να ανοίξουν, γιατί ποιόν θα ζητούσαν τέτοια ώρα τη νύχτα. Μη ανοίγοντας λοιπόν, βλέποντας ότι δεν άνοιγε κανένας, ενώ τα κτυπήματα συνεχιζόταν, πήγε η ίδια και άνοιξε την πόρτα. Και είδε μπροστά της μια μαυροφορεμένη κόρη. Χωρίς να θέλει έπεσαν τα μάτια της στα πόδια της, και είδε ότι ήταν ξυπόλητη. Έκανε πολύ κρύο γιατί ήταν χειμώνας. Την κάλεσε να μπει μέσα. «Έλα, έλα μέσα κόρη μου», της λέει. Και προχώρησαν προς το δωμάτιό της. Η κόρη προχώρησε μπροστά, πρώτη, και μπήκε μέσα στο δωμάτιο της γιαγιάς, και παρόλο που το δωμάτιο δεν ήταν φωτισμένο, γιατί είπαμε δεν είχε ανάψει φως, αλλά μόνον το κανδηλάκι, εν τούτοις όμως όταν μπήκε στο δωμάτιο αυτή η γυναίκα, όλο το δωμάτιο έλαμψε από ένα φως λευκό, τόσο λευκό, που ήταν λευκότερο και απ’ το λευκό, και τόσο λαμπερό, περισσότερο από λαμπερό από έναν ήλιο. Ζαλίστηκε η γιαγιά, τυφλώθηκε, κόντεψε να πέσει κάτω, παρόλα αυτά όμως είπε: «Δεν είναι σωστό κοπέλα μου να γυρίζεις τέτοια ώρα έξω δεν κάνει. Μόνον τα κακά κορίτσια γυρίζουν έξω, και μάλιστα και ξυπόλητη. Μείνε εδωπέρα τώρα το βράδυ, και αν θες να κάνομε και μαζί προσευχούλα, αύριο πρωί πρωί φεύγεις και πηγαίνεις στο σπίτι σου». «Δεν χρειάζεται». Της απάντησε μια γλυκυτάτη φωνή. «Ήρθα να σε πληροφορήσω, ότι τα δάκρυά σου κάθε βράδυ, άγγελοι μου τα φέρνουν πάνω στον ουρανό, και ήρθα μόνη μου να σε πληροφορήσω ότι οι προσευχές σου, που γίνονται με τόσα δάκρυα, εισακούονται. Τα παιδιά σου είναι πολύ καλά τακτοποιημένα, και αυτός που βρίσκεται στο άσυλο, είναι και αυτός σεσωσμένος, όπως και ο άντρας σου στους ουρανούς». Έσκυψε, της έδωσε ένα φίλημα στο μέτωπο, και αμέσως εξαφανίστηκε. Άφησε γαλήνη μεγάλη στην ψυχή της γιαγιάς. Άρρητη ευωδία μέσα στην ατμόσφαιρα, και μια απέραντη, απέραντη, απέραντη, απέραντη γλυκύτητα και ευφροσύνη στο σημείο που την φίλησε, και αυτός ο θείος και ουράνιος ασπασμός μπήκε μέσα στην καρδιά της, και απ’ την καρδιά πέρασε σ’ όλο το σώμα. Μέχρι και το τελευταίο κύτταρο της υπάρξεώς της. Και αυτή η γλυκύτητα από την αίσθηση του ασπασμού, κράτησε για πολλές πολλές ημέρες. Τότε το είπε στον πνευματικό. Λίγον καιρόν πριν πεθάνει και σας πω όσα σας είπα, τα είπε και σε μένα τον ανάξιο, και τελειώνοντας την αφήγησή της, έκλεισε με τις λέξεις «Μετά θάνατον». Και γω κατάλαβα. Να μπορώ να το πω και να το διηγηθώ μετά το θάνατό της. Και όπως όλοι θα καταλάβατε, η ουράνια εκείνη γυναίκα ήταν η Παναγία. Άλλωστε αυτή επικαλείτο το συχνότερον. Ήδη έχει κοιμηθεί οσιακώς.

Ο Θεός πιστεύω πως την έχει κατατάξει ανάμεσα στους τόσους ανωνύμους αγίους, που αγίασαν αγωνιζόμενοι μέσα στον κόσμο. Με όσο κακό και αν έχει αυτός ο κόσμος. Πληθωρικό το κακό. Σε μας, ας τονώσει την πίστη. Έμεινε το άγιο παράδειγμά της. Δε μένει παρά να προσπαθήσουμε να την μιμηθούμε. Στη μεγάλη της υπομονή. Στην βραδινή της προσευχή. Στην αυταπάρνησή της. Στην ταπείνωσή της. Στην προσευχή με το Ευαγγέλιο στο χέρι ή το ψαλτήρι. Στη δοξολογία της, και γενικά σε ολόκληρο τον πνευματικό της αγώνα. Σεις οι γυναίκες να την μοιάσετε. Και οι άγαμες και οι έγγαμες. Και ως σύζυγοι, και ως μητέρες και ως γιαγιάδες. Αλλά και μείς οι κληρικοί, και σεις οι άνδρες, θα πρέπει να ντραπούμε λίγο για τα χάλια μας, τις αδυναμίες και τα πάθη μας.
Αλλά ευτυχώς που υπάρχουν και εξαιρέσεις. Στα πενήντα χρόνια της ιερατικής μου διακονίας, είδα και γνώρισα από κοντά, πολλούς οικογενειάρχες, που προσπάθησαν να μεταβάλλουν το σπιτικό τους σε κατ’ οίκον εκκλησία. Έδωσαν μάχες με τον διάβολο, και με τον εαυτόν τους. Και με το διάχυτο κακό μέσα στην κοινωνία. Ή με την κακία, το φθόνο, και την μοχθηρία του κόσμου που μας περιβάλλει.

Ναι χριστιανοί μου, ο καθημερινός μας αγώνας, ανδρών και γυναικών, των γονέων δηλαδή, που γίνεται για την καθαρότητα της προσωπικής μας ζωής, μέσα στην οικογένειά μας και μέσα στην κοινωνία της βρώμικης εποχής μας και πάντοτε με την βοήθεια του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού, και με τις πρεσβείες της Υπεραγίας Θεοτόκου, αποτελεί για τον καθένα μας, ένα άλλο βάπτισμα, που γίνεται στην κολυμβήθρα των δικών μας πόνων, και των δικών σας. Των πόνων αυτών και των δοκιμασιών στο αίμα της δικής σας καρδιάς, ως μητέρες και πατέρες, στο αίμα της δικής μας καρδιάς, που χύνεται στάλα στάλα όταν πονάμε και φθειρόμεθα, πρώτα για να είμεθα σωστοί και σώφρονες απέναντι του Αγίου Θεού, ή όταν πονάμε και λειώνουμε από τον καϋμό, γιατί τα παιδιά μας, τα σπλάχνα μας, αυτά λοξοδρομούν. Εγκαταλείποντας την κιβωτό της σωτηρίας, που είναι η Εκκλησία μας, η Ορθόδοξος πίστις μας, τα μυστήρια της Ορθοδοξίας μας. Ναι, είναι το προσωπικό μας μαρτύριο, το πιστεύω αυτό, το αναίμακτο μαρτύριο της συνειδήσεώς μας, που παίρνει εν Χριστώ τη θέση του βαπτίσματος του αίματος των μαρτύρων. Δεν είμαι υπερβολικός. Για ένα συνειδητό πατέρα ή μητέρα αυτά είναι απολύτως κατανοητά. Μόνον αυτοί ξέρουν να ματώνουν. Δεν είναι βέβαια, και δεν είμεθα εμείς οι έγγαμοι που ζούμε μέσα στον κόσμο μοναχοί, ασκητές και ερημίτες. Έχουμε συζύγους και παιδιά. Αλλά ο οικογενειακός και ατομικός τρόπος της ζωής, της ζωής μας, της ζωής σας, είναι Ορθόδοξα ασκητικός. Δηλαδή με πνευματικόν αγώνα που αποβλέπει
πρώτον, στην τήρηση των εντολών,
δεύτερον, στην καλλιέργεια και κτίση των αρετών,
τρίτον, στην κάθαρση από τα πάθη και τις αδυναμίες μας,
τέταρτον, στην κατά δύναμιν νηστεία,
πέμπτον, στην φυλακή των αισθήσεων και δη της γλώσσης μας,
έκτον, στην προσοχή που πρέπει να έχουμε στους λογισμούς,
έβδομον, στην κατά δύναμιν αγρυπνία,
όγδοον, στην τακτική συμμετοχή στα σωστικά μυστήρια, τον ιερό εκκλησιασμό, την Εξομολόγηση και την Θεία Κοινωνία,
ένατον, στην καλλιέργεια της προσευχής και ειδικότερα με επιμονή στο όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, "Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με",
δέκατον, στην αμοιβαία κατανόηση μέσα στην οικογένεια, να κατανοεί και να κάνει υπομονή η γυναίκα προς τον άνδρα, να κατανοεί και να κάνει υπομονή ο άνδρας προς τη γυναίκα του και οι δύο μαζί προς τα παιδιά τους
ενδέκατον, στην αλληλοσυγχωρητικότητα και στο πνεύμα της υπομονής, ανοχής και μακροθυμίας και
δωδέκατον, στην κατά Χριστόν ανατροφή των παιδιών τους, προσφέροντας ως γονείς το άριστο παράδειγμα της καλής χριστιανικής αγωγής, ενώ συγχρόνως μπορούν να ασχολούνται με πλήθος έργων αρεστών στο Θεό, όπως είναι η συνετή φιλοξενία, φιλανθρωπία, η ελεημοσύνη, και πάντοτε με καλοσύνη και αγάπη.
Η καθημερινή πάλι μελέτη της Αγίας Γραφής, των Συναξαριστών, με τους βίους των Αγίων, των διαφόρων γεροντικών, με εποικοδομητικές συζητήσεις και διαλόγους, συμπληρώνουν πρακτικά την εικόνα της χριστιανικής οικογένειας, ως κατ’ οίκον Εκκλησίας.
Αυτά τα συναντήσαμε και τα είδαμε στο διάβα της ζωής μας. Θα μου πείτε ότι αυτά τα παραδείγματα όπως μας τα παρουσιάσατε πάτερ, σπανίζουν. Βεβαίως. Δεν λέω ότι δεν σπανίζουν. Μπορεί να είναι ολίγες αυτές οι οικογένειες, με αυτό το φρόνημα και με αυτή την άριστη διαγωγή. Υπάρχουν όμως. Έστω λίγες, αλλά υπάρχουν. Και αυτές θα μας κρίνουν. Αφού το κατόρθωσαν αυτές, και εξακολουθούν να το κατορθώνουν, παρ’ όσα όλα συμβαίνουν γύρω μας, τότε μπορούμε και οι υπόλοιποι να τους μιμηθούμε.
Πολλές φορές στο εξομολογητάριο, έχω βρεθεί στη θέση να βγάλω το καλυμμαύχι μου και να αποκαλυφθώ, μπροστά στην τόση αρετή που αντικρίζουν τα μάτια μου. Ναι. Και αν τυχόν είναι άνδρας αυτός, λέω να του βγάλω και να του φορέσω το πετραχήλι μου. Αυτός έπρεπε να ήταν στη θέση μου.

Ας έρθουμε τώρα και σε μια άλλη έγγαμη αγία. Την Αγία Θωμαΐδα. Που υπήρξε υπόδειγμα αρίστης και μαρτυρικής συζύγου, παρ’ όλη την βαρβαρότητα του ανδρός της Στεφάνου. Στέφανον τον λέγανε. Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη τον δέκατον αιώνα, και η μνήμη της γιορτάζεται στις 3 Ιανουαρίου. Κατά τον βιογράφον της Αγίας οι γονείς της Μιχαήλ και Καλή, Καλή, το όνομα, ήταν ζεύγος λέει χρυσούν, ζεύγος τρισευδαίμον και μακάριον. Σε ηλικία εικοσιτεσσάρων ετών παντρεύτηκε τον σκληρότατον αυτόν νέον, τον Στέφανο. Από πολύ νωρίς της φερόταν με τόση βαρβαρότητα ώστε της απέβη ο ακάνθινος στέφανος, χωρίς να δίδει καμιά αφορμή, παρόλο που ήταν υπόδειγμα συζύγου, ενάρετη, θεοσεβής, σεμνότατη, ο άντρας της, της φερόταν πολύ βάναυσα.
Παρά το συζυγικό της μαρτύριο η Θωμαΐδα, εκτελούσε όλα τα καθήκοντά της προς τον Θεόν, με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή, μελέτη της Αγίας Γραφής, και με πυκνή συμμετοχή όπου έβρισκε στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Τις περισσότερες φορές κρυφά. Δεν παρέλειπε επίσης τις υποχρεώσεις της ως προς τους φτωχούς, τους γυμνούς, τους πεινασμένους, τα ορφανά, τις χήρες, τις όντως χήρες, ε, τις άπορες. Δεν έχουμε τώρα τέτοια φαινόμενα ας πούμε, να έχουμε πεινασμένους και ορφανά, αλλά σιγά σιγά θάρθουν και αυτά. Απ’ αυτήν την μαρτυρική ζωή και την έμπρακτη αγάπη προς τον πλησίον, και προς αυτόν ακόμα τον σύζυγό της, κατέστη έκτακτο καθαρό δοχείο του Αγίου Πνεύματος, γι’ αυτό και η προσευχή της έκανε θαύματα σε διάφορες ασθένειες.
Παρά ταύτα ύστερα από δεκατρία χρόνια μαρτυρικής και απάνθρωπης συζυγικής ζωής, η Αγία υπέκυψε από τις βαρειές πληγές που της προκαλούσε τόσο τακτικά ο σκληρότατος εκείνος σύζυγός της. Ήταν μόλις τριάντα οκτώ ετών. Ετάφη στην Κωνσταντινούπολη. Στην Ιερά Μονή του Μικρού Ρωμαίου όπου το Άγιο λείψανό της διατηρούνταν ακέραιο και ολόσωμο, τουλάχιστον μέχρι της αλώσεως της Κωνσταντινουπόλεως, από τους Φράγκους το 1204. Από όλες τις γραπτές πηγές, η Αγία Θωμαΐδα, εγκωμιάζεται ως θαυματουργός, με θαύματα θεραπείας διαφόρων ασθενειών, προ και μετά την κοίμησή της, ο απάνθρωπός της σύζυγος γρήγορα δαιμονίστηκε, για να θεραπευτεί πάνω στον τάφο της και έτσι να αλλάξει ζωή και να ζήσει πλέον κατά Χριστόν. Σε κείνα τα χρόνια εθεωρείτο προστάτιδα του συζυγικού βίου, και μάλιστα ειδική συμφιλιώτρια όλων των διαφωνούντων και συγκρουομένων συζύγων, ανδρογύνων.
Άραγε ποιο είναι το μήνυμα που μας δίνει η μαρτυρική συζυγική ζωή της Αγίας Θωμαΐδος στη σημερινή υλιστική εποχή μας; Σήμερα που χωρίς αμφιβολία ο γάμος περνά την πιο μεγάλη κρίση, και τα δράματα των διαλελυμένων οικογενειών αυξάνουν με τα πολλαπλασιαζόμενα διαζύγια, η μαρτυρική συζυγική ζωή της Αγίας Θωμαΐδος, μας δείχνει ένα φωτεινό τρόπο ζωής, που μπορεί να σώσει και την οικογένεια και τον γάμο. Είναι η Ευαγγελική κατά Χριστόν ζωή έστω και μονομερώς. Είναι ο χριστιανικός πνευματικός αγώνας, με νηστεία, αγρυπνία, προσευχή και Θεία Κοινωνία. Για να αυξηθεί κατά χάριν η υπομονή που θα προσφέρει σωσίβιο λυτρώσεως έστω και με θυσία του ενός εκ των δύο συζύγων.

Χριστιανοί μου, τελείωσα, είπαμε αρκετά από τα όσα δυσάρεστα συμβαίνουν σήμερα, στη σημερινή πραγματικότητα, και θα πούμε και άλλα, που συμβαίνουν μέσα στην Ελληνική οικογένεια και μάλιστα στην χριστιανική οικογένεια. Το συμπέρασμα είναι ότι στην πλειονότητά τους οι Έλληνες σύζυγοι και γονείς, έδιωξαν το Χριστό και την Εκκλησία του, έξω απ’ τα σπίτια τους. Έξω από τις οικογένειές τους. Εκκλησιάζεται μόλις το 10%. Μόλις και μετά βίας. Μη βλέπετε που οι εκκλησίες είναι γεμάτες. Είμαστε πέντε εκατομμύρια, οι εκκλησίες είναι άδειες. Παρά τα μελανά σημάδια της διαλύσεως των πάντων, εν τούτοις υπάρχουν και επαινετές εξαιρέσεις που πρέπει να μιμηθούμε. Και αυτές καλούμεθα να μιμηθούμε. Τώρα και πάντοτε, πάντοτε όμως με τη βοήθεια του Σωτήρος Χριστού, στον οποίον ανήκει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, τώρα και πάντοτε και εις τους απεράντους αιώνας των αιώνων,
Αμήν